Η άνοδος της θερμοκρασίας λόγω της κλιματικής αλλαγής αυξάνει τον κίνδυνο ανθρώπινης έκθεσης στις λεγόμενες μυκοτοξίνες, φυσικές τοξίνες που παράγονται από μύκητες που βρίσκονται σε ορισμένα τρόφιμα, ζωοτροφές και καλλιέργειες, σύμφωνα με ενημερωτικό δελτίο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) που δημοσιεύθηκε πρόσφατα. Αυτές οι τοξίνες μπορούν να βλάψουν την υγεία και η πρόληψη της αύξησης της μόλυνσης απαιτεί συντονισμένη δράση σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, σε έρευνα, πολιτικές και πρακτικές για την αποτελεσματική μείωση των κινδύνων.
Ένα θερμότερο και πιο υγρό κλίμα σε ευρωπαϊκές περιοχές προάγει την αυξημένη παρουσία μυκοτοξινών που προέρχονται από μύκητες, σύμφωνα με το ενημερωτικό δελτίο του ΕΟΠ «Έκθεση σε μυκοτοξίνες σε ένα μεταβαλλόμενο ευρωπαϊκό κλίμα». Εξετάζει τις σχετικές ανησυχίες για την υγεία γύρω από τις μυκοτοξίνες, ιδιαίτερα σε σχέση με την επίδρασή τους στις καλλιέργειες τροφίμων και πώς μια πιο συντονισμένη ευρωπαϊκή προσέγγιση μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της εξάπλωσης και στην πρόληψη της μόλυνσης.
Κίνδυνοι για την υγεία
Οι μυκοτοξίνες, επιβλαβείς φυσικές ενώσεις που παράγονται από μύκητες, ενέχουν σημαντικούς κινδύνους για την υγεία. Οι τοξίνες των μυκήτων μπορούν να διαταράξουν τις ορμόνες, να αποδυναμώσουν το ανοσοποιητικό σύστημα, να βλάψουν το ήπαρ και τα νεφρά, να αυξήσουν τον κίνδυνο αποβολής, να βλάψουν τα αγέννητα παιδιά και να δράσουν ως καρκινογόνες ουσίες.
Οι έρευνες δείχνουν ότι ορισμένες ομάδες μπορεί να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από την έκθεση σε μυκοτοξίνες. Τα μικρά παιδιά (1-3 ετών) και τα βρέφη (κάτω των 12 μηνών) είναι ιδιαίτερα ευάλωτα λόγω της υψηλότερης πρόσληψης τροφής σε σχέση με το σωματικό τους βάρος, όπως και οι έγκυες γυναίκες και οι εργαζόμενοι στον αγροτικό, διατροφικό και κτηνοτροφικό τομέα.
Σύμφωνα με το HBM4EU, ευρωπαϊκό πρόγραμμα βιοπαρακολούθησης χημικών ουσιών στον άνθρωπο, το 14% του ενήλικου πληθυσμού στην Ευρώπη εκτίθεται στη μυκοτοξίνη δεοξυνιβαλενόλη (DON) σε επίπεδα που θεωρούνται επιβλαβή για την ανθρώπινη υγεία. Αυτή η συγκεκριμένη μυκοτοξίνη, η DON, βρίσκεται συχνά φυσικά στο σιτάρι, το καλαμπόκι και το κριθάρι σε εύκρατες περιοχές.
Οι άνθρωποι εκτίθενται σε αυτές τις τοξίνες καταναλώνοντας μολυσμένα τρόφιμα (ιδιαίτερα δημητριακά και σιτηρά, και προϊόντα που τα περιέχουν όπως το ψωμί ή τα ζυμαρικά). Το πλύσιμο και το μαγείρεμα αυτών των τροφίμων δεν αφαιρεί απαραίτητα τις μυκοτοξίνες. Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό, καθώς ορισμένοι από τους μύκητες που παράγουν μυκοτοξίνες δεν είναι ορατοί ή ανιχνεύσιμοι μέσω της οσμής ή της γεύσης. Ένας άλλος τρόπος έκθεσης είναι μέσω του πόσιμου νερού που έχει μολυνθεί από γεωργική απορροή. Η εισπνοή και η απορρόφηση μέσω του δέρματος είναι άλλες πιθανές οδοί έκθεσης για τους ανθρώπους που εργάζονται με τις καλλιέργειες ή τα τρόφιμα που έχουν επηρεαστεί.
Επιπτώσεις του κλίματος
Η κλιματική αλλαγή μεταβάλλει τη συμπεριφορά και την κατανομή των μυκήτων, αυξάνοντας δυνητικά τον κίνδυνο έκθεσης σε αυτές τις τοξίνες. Η αυξημένη βροχόπτωση, οι πλημμύρες και η διάβρωση του εδάφους μπορούν επίσης να μεταφέρουν αυτές τις τοξίνες από το έδαφος στους ποταμούς και τα υπόγεια ύδατα.
Ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως έντονες βροχοπτώσεις ή παρατεταμένες ξηρασίες, αυξάνουν το στρες που υφίστανται τα φυτά, καθιστώντας τα δημητριακά —ιδιαίτερα το καλαμπόκι— πιο ευάλωτα σε μυκητιακές λοιμώξεις και μόλυνση από μυκοτοξίνες. Οι ανησυχίες δεν σταματούν στο επίπεδο της ανθρώπινης υγείας. Η αυξημένη μόλυνση των καλλιεργειών μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερες αποδόσεις, με σχετικές οικονομικές απώλειες.
Τέλος, ένας αυξανόμενος κίνδυνος μυκητιακών λοιμώξεων μπορεί να προκαλέσει αυξημένη χρήση μυκητοκτόνων από τους αγρότες. Αυτό, μακροπρόθεσμα, ενδέχεται να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης ανθεκτικότητας στα αντιμυκητιακά, καθιστώντας πιο δύσκολη τη θεραπεία μυκητιασικών λοιμώξεων στον άνθρωπο.
Μια προσέγγιση “One Health”
Η περίπτωση των μυκοτοξινών αποτελεί σαφές παράδειγμα ενός ζητήματος με δυνητικά εκτεταμένες επιπτώσεις για την υγεία των ανθρώπων, των ζώων και των οικοσυστημάτων, με το περιβάλλον να διαδραματίζει επίσης βασικό ρόλο ως οδός εξάπλωσης της μόλυνσης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση εργάζεται ήδη σε διάφορους τομείς πολιτικής και δράσης για να κατανοήσει και να αναπτύξει λύσεις και στρατηγικές μετριασμού των κινδύνων από τις μυκοτοξίνες.
Για παράδειγμα, η επιτήρηση που ήδη πραγματοποιείται στο περιβάλλον (όπως η παρακολούθηση των βροχοπτώσεων, των ωρών ηλιοφάνειας, των θερμοκρασιών) θα πρέπει να επεκταθεί ώστε να περιλαμβάνει την παρακολούθηση των τροφίμων, των ζωοτροφών, των ζώων και των ανθρώπων.
Άλλες πιθανές μελλοντικές δράσεις για την αντιμετώπιση της μόλυνσης από μυκοτοξίνες θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την ανάπτυξη ανθεκτικών στις μυκητιακές λοιμώξεις καλλιεργειών, την υιοθέτηση καλών γεωργικών πρακτικών (όπως η προσαρμογή στις περιβαλλοντικές συνθήκες μέσω αμειψισποράς για την αναγέννηση της γονιμότητας του εδάφους και τη μείωση της μεταφοράς μυκήτων από τη μία χρονιά στην άλλη), καθώς και τη χρήση βιολογικών μεθόδων ελέγχου και προβλεπτικών μοντέλων.
Η προσέγγιση «One Health» της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να συμβάλει στον συντονισμό δράσεων και ερευνών που αναγνωρίζουν την πολύπλοκη αλληλεξάρτηση της υγείας των ανθρώπων, των ζώων και του περιβάλλοντος, εφαρμόζοντας λύσεις που λαμβάνουν υπόψη όλους αυτούς τους παράγοντες.