Στεφανία Ζούρκα,
Πρέσβειρα του Συμφώνου για το Κλίμα
Δικηγόρος (LLB, LLM),
Junior EU Projects Manager, CluBE
Η κλιματική κρίση έχει σοβαρές κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις και σύνθετες νομικές προεκτάσεις, με αποτέλεσμα ευάλωτες ομάδες και κράτη με περιορισμένους πόρους να επιβαρύνονται δυσανάλογα στην προσαρμογή αυτή. Η ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων, η επισιτιστική ανασφάλεια, η υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων και οξύνουν τις κοινωνικές ανισότητες. Με γνώμονα την άμβλυνση των ανισοτήτων, η κλιματική δικαιοσύνη, που εντάσσεται στη γενικότερη αρχή της περιβαλλοντικής δικαιοσύνης, εστιάζει στη δίκαιη κατανομή των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, ενώ παράλληλα αναδεικνύει τη σημασία της δικαστικής διεκδίκησης των αιτημάτων που τη συναρθρώνουν. Στο πλαίσιο αυτό, η πρόσβαση στη δικαιοσύνη για ζητήματα κλιματικής κρίσης είναι σημαντική για την θεμελίωση της κρατικής ευθύνης για τη διασφάλιση ενός καθαρού και υγιούς περιβάλλοντος, ως θεμελιώδους ανθρώπινου δικαιώματος.
Υπό αυτό το πρίσμα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) σε πρόσφατες αποφάσεις του έχει αξιολογήσει δυναμικά το κατά πόσο η αδράνεια των κρατών συνιστά παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αυτά προστατεύονται από την ΕΣΔΑ, εστιάζοντας στη σύνδεση μεταξύ περιβαλλοντικής προστασίας και υποχρέωσης των κρατών να λαμβάνουν επαρκή θετικά μέτρα για τη διασφάλιση της υγείας και της ζωής των πολιτών.
Μια σημαντική απόφαση είναι η Verein KlimaSeniorinnen Schweiz κατά Ελβετίας (2024), καθώς το ΕΔΔΑ εξετάζοντας προσφυγή σωματείου ηλικιωμένων γυναικών με στόχο την κλιματική δράση, αναγνώρισε την υποχρέωση της Ελβετίας να προστατεύει τους πολίτες της από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, τονίζοντας ότι η κρατική αδράνεια για θέματα κλιματικής αλλαγής παραβιάζει το δικαίωμα στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή (Άρθρο 8 ΕΣΔΑ). Ωστόσο, τόνισε ότι η ευθύνη αυτή δεν βαραίνει μόνο την Ελβετία, αλλά όλα τα κράτη συλλογικά, καθώς η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης προϋποθέτει διεθνή συνεργασία και δεν μπορεί να επιμεριστεί στο πλαίσιο μιας δικαστικής υπόθεσης.
Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι και η πρόσφατη απόφαση Cannavacciuolo και άλλοι κατά Ιταλίας (2025), όπου το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η Ιταλία παραβίασε το δικαίωμα στη ζωή (Άρθρο 2 ΕΣΔΑ) λόγω της αποτυχίας της να αντιμετωπίσει την παράνομη απόρριψη τοξικών αποβλήτων στη Νάπολη, με σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι αρχές γνώριζαν το πρόβλημα από το 1988, αλλά δεν έλαβαν επαρκή μέτρα προστασίας. Με αυτή την απόφαση, το ΕΔΔΑ ενίσχυσε τη νομική βάση για την κρατική υποχρέωση πρόληψης και διαχείρισης περιβαλλοντικών κινδύνων, συγκεκριμενοποιώντας παράλληλα και τα θετικά μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την παρακολούθηση και τον έλεγχο της ρύπανσης προς όφελος της δημόσιας υγείας.
Ωστόσο, παρά τις νομολογιακές αυτές εξελίξεις, η δικαστική διεκδίκηση για ζητήματα κλιματικής κρίσης παραμένει δύσκολη λόγω σημαντικών νομικών περιορισμών. Ένα από τα βασικότερα εμπόδια είναι η δυσχερής θεμελίωση τόσο του έννομου συμφέροντος, όσο και της άμεσης και προσωπικής βλάβης, όποιου προσώπου εγείρει την προσφυγή, όπως φάνηκε στην υπόθεση Carême κατά Γαλλίας (2024), όπου το ΕΔΔΑ απέρριψε την προσφυγή, καθώς ο προσφεύγων δεν απέδειξε άμεση και προσωπική βλάβη που προκλήθηκε λόγω της κρατικής αδράνειας έναντι της κλιματικής κρίσης. Ομοίως στην απόφαση Duarte Agostinho και άλλοι κατά Πορτογαλίας και 32 άλλων κρατών (2024) το ΕΔΔΑ απέρριψε την προσφυγή λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας και μη εξάντλησης των εσωτερικών ένδικων μέσων, υπογραμμίζοντας τη δυσχέρεια να αξιωθεί νομικά από 33 κράτη μια σχετικά αφηρημένη «υποχρέωση δράσης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής», παρά τις σαφείς επιστημονικές ενδείξεις που την επιβεβαιώνουν. Εξάλλου αποτελεί ένα εύλογο ερώτημα εάν νοείται με αυτόν τον τρόπο καταλογισμός ευθύνης σε ένα ή σε έναν συγκεκριμένο αριθμό κρατών για τις παγκόσμιες επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
Η αυξανόμενη τάση αναγνώρισης της περιβαλλοντικής προστασίας ως ανθρώπινου δικαιώματος αντικατοπτρίζεται και στην κατά γεωμετρική πρόοδο αύξηση των κλιματικών δικαστικών προσφυγών. Σύμφωνα με Έκθεση (2023) του ΟΗΕ, οι σχετικές υποθέσεις υπερδιπλασιάστηκαν από το 2017, φτάνοντας τις 2.180 το 2022. Σε αυτή την τάση φαίνεται να συνδράμει δυναμικά και το ΕΔΔΑ, μέσα από τη διαμόρφωση πολύτιμων για την κλιματική δικαιοσύνη νομικών συλλογισμών, θεμελιώνοντας στο μέτρο της δικαιοδοσίας του, τη θετική υποχρέωση των κρατών να λαμβάνουν μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος, την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών.
Παρόλα αυτά, η νομική κατοχύρωση ενός αυτοτελούς δικαιώματος στο καθαρό και υγιές περιβάλλον εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση. Η διαμόρφωση ενός δεσμευτικού νομικού πλαισίου, που θα υπερβαίνει τις υπάρχουσες διασταλτικές ή μη νομικές ερμηνείες, που μόνο περιορισμένη προστασία προσφέρουν, με γνώμονα να αναγνωριστεί ρητά η κρατική υποχρέωση για ουσιαστική περιβαλλοντική προστασία, παραμένει το ζητούμενο για την θεμελίωση της αυτής της πτυχής της κλιματικής δικαιοσύνης.
Eνημερωτικό Σημείωμα: Το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για το Κλίμα αποτελεί μία πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Συντονιστής του Συμφώνου στην Ελλάδα είναι ο οργανισμός ΙΝΖΕΒ. Για όποια πληροφορία σχετικά με το Σύμφωνο ή για κλιματικές δράσεις που θα σας ενδιέφερε να διοργανώσετε, μπορείτε να επικοινωνείτε με την Ομάδα Συντονισμού στο inzeb@inzeb.org ή στο τηλέφωνο 210 6394608.