Τα στοιχεία της Eurostat είναι συγκλονιστικά και θέτουν σε κρίση την έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης στην καρδιά της Ευρώπης. Το 2024, ένα ανησυχητικό 13,6% των παιδιών κάτω των 16 ετών στην Ευρωπαϊκή Ένωση βίωσαν υλική στέρηση, ένα φαινόμενο που υπονομεύει ευθέως το θεμελιώδες δικαίωμα κάθε παιδιού σε ένα αξιοπρεπές και αποδεκτό βιοτικό επίπεδο.
Η «παιδική υλική στέρηση» δεν είναι απλώς ένας αριθμός. Βασίζεται στην αδυναμία κάλυψης τουλάχιστον 3 από 17 αγαθά ή υπηρεσίες που θεωρούνται απαραίτητα για έναν «αποδεκτό» τρόπο ζωής. Πρόκειται για την έλλειψη πρόσβασης σε βασικές ανάγκες που διαμορφώνουν την καθημερινότητα και τις προοπτικές χιλιάδων παιδιών, επηρεάζοντας την ανάπτυξή τους, την εκπαίδευσή τους και την ψυχική τους υγεία.
Η Ελλάδα στην Τρίτη Θέση των Ανισοτήτων
Η γεωγραφική κατανομή αυτών των ανισοτήτων είναι εξαιρετικά αποκαλυπτική. Τα υψηλότερα ποσοστά παιδιών που αντιμετώπισαν υλική στέρηση καταγράφηκαν στην Ελλάδα (33,6%), τη Ρουμανία (31,8%) και την Ισπανία (20,5%). Το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή αυτής της θλιβερής λίστας υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη για στοχευμένες πολιτικές κοινωνικής προστασίας και καταπολέμησης της φτώχειας. Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά σημειώθηκαν στην Κροατία (2,7%), τη Σλοβενία (3,8%) και τη Σουηδία (5,6%), χώρες που αποδεικνύουν ότι η προστασία των παιδιών από τη στέρηση είναι εφικτή με τις κατάλληλες πολιτικές.
Η Εκπαίδευση των Γονέων: Καθρέφτης των Κοινωνικών Διαιρέσεων
Η έρευνα αναδεικνύει μια ισχυρή και ανησυχητική συσχέτιση: το μορφωτικό επίπεδο των γονέων επηρεάζει δραματικά το ποσοστό υλικής στέρησης των παιδιών. Μόλις το 5,6% των παιδιών που έχουν γονείς με τριτοβάθμια εκπαίδευση αντιμετώπισαν υλική στέρηση. Αντίθετα, το ποσοστό εκτοξεύεται στο 39,1% για παιδιά των οποίων οι γονείς έχουν το πολύ κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αυτό το χάσμα αποκαλύπτει τις βαθιές δομικές ανισότητες που διαιωνίζονται από γενιά σε γενιά.
Για άλλη μια φορά, η Ελλάδα εμφανίζεται σε δυσμενή θέση: το 77,2% των παιδιών με γονείς χαμηλότερης εκπαίδευσης στην Ελλάδα βίωσε υλική στέρηση, μια από τις υψηλότερες τιμές στην ΕΕ, μετά τη Σλοβακία (88,6%) και τη Βουλγαρία (84,1%). Από την άλλη πλευρά, χώρες όπως η Πολωνία (9,1%), το Λουξεμβούργο (9,2%) και η Σουηδία (12,2%) επιδεικνύουν πολύ καλύτερα αποτελέσματα στην προστασία των παιδιών από τη στέρηση, ανεξαρτήτως του μορφωτικού επιπέδου των γονέων.
Ακόμη και μεταξύ των νοικοκυριών όπου οι γονείς είχαν τριτοβάθμια εκπαίδευση, η Ελλάδα (17,6%) κατέγραψε τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής υλικής στέρησης, ακολουθούμενη από την Ισπανία (11,6%) και τη Βουλγαρία (8,1%). Αυτό δείχνει ότι ακόμη και σε πιο ευνοϊκά κοινωνικοοικονομικά περιβάλλοντα, οι ευάλωτες ομάδες στην Ελλάδα εξακολουθούν να πλήττονται.
Το Δικαίωμα Κάθε Παιδιού στην Αξιοπρέπεια
Τα στοιχεία αυτά δεν είναι απλές στατιστικές. Είναι δείκτες μιας κοινωνικής πραγματικότητας που απαιτεί άμεση και αποφασιστική δράση. Η υλική στέρηση των παιδιών είναι ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Απαιτείται μια ολιστική προσέγγιση που θα περιλαμβάνει:
- Ενίσχυση των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας και προστασίας της οικογένειας.
- Επενδύσεις στην εκπαίδευση, από την προσχολική ηλικία έως την τριτοβάθμια, για τη μείωση των μορφωτικών ανισοτήτων.
- Δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας και δίκαιων μισθών, ώστε οι γονείς να μπορούν να εξασφαλίσουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα.
- Στοχευμένα μέτρα για την πρόσβαση σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες (στέγαση, υγεία, διατροφή, εκπαίδευση, αναψυχή).
Κάθε παιδί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ανεξαρτήτως καταγωγής ή κοινωνικοοικονομικού υποβάθρου, δικαιούται να ζήσει με αξιοπρέπεια. Είναι χρέος των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνολικά να διασφαλίσουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα των παιδιών δεν θα παραμένουν απλά στα χαρτιά, αλλά θα γίνονται πράξη στην καθημερινότητα.