του Χρήστου Καλαντζή
Πρεσβευτής του Συμφώνου για το Κλίμα
Τεχνικός Σύμβουλος και Ερευνητής
Έδρα UNESCO για Πράσινη Καινοτομία και Κυκλική Οικονομία
Η Ελλάδα, όπως και κάθε ανεπτυγμένη ή μη ανεπτυγμένη χώρα στον πλανήτη, αντιμετωπίζει καθημερινά αρκετά ζητήματα εθνικού και διεθνούς ενδιαφέροντος, τα οποία καλείται να επιλύσει. Κατηγοριοποιώντας τα ζητήματα αυτά μέσα από το τρίπτυχο βιώσιμης ανάπτυξης, οικονομία κοινωνία και περιβάλλον, τα περιβαλλοντικά ζητήματα φαίνεται ότι αποτελούν το μεγαλύτερο πρόβλημα που θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει η κάθε χώρα. Όχι μόνο εξαιτίας της εγγενούς αξίας που έχουν τα περιβαλλοντικά συστήματα, αλλά κυρίως λόγω της εξάρτησης που έχει η οικονομία και η κοινωνία από αυτά.
Image Source: DALL·E
Σε αυτό το πλαίσιο, οι ανεπτυγμένες τουλάχιστον χώρες και ιδιαίτερα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν προχωρήσει σε χάραξη εθνικής πολιτικής για αρκετά περιβαλλοντικά θέματα, όπως είναι ενδεικτικά η κλιματική αλλαγή και η προσαρμογή σε αυτήν, η μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία και η προστασία της βιοποικιλότητας. Η χάραξη πολιτικής είναι το εργαλείο της κάθε χώρας ή και γενικότερα θεσμικής επικράτειας, να θέσει τις κατευθύνσεις που θα ακολουθηθούν τα επόμενα χρόνια για ένα συγκεκριμένο ζήτημα ή τομέα. Η χάραξη αυτή, πρέπει να γίνεται τεκμηριωμένα και ακολουθώντας διεθνείς τάσεις και καλές πρακτικές.
Μία από τις σημαντικότερες τάσεις που φαίνεται να ακολουθείται σε ότι αφορά την περιβαλλοντική πολιτική, στην Ευρώπη ιδιαίτερα, είναι η εναρμόνιση και διασύνδεση της κάθε περιβαλλοντικής πολιτικής με τις κατευθύνσεις της κυκλικής οικονομίας. Το κάθε περιβαλλοντικό πρόβλημα μπορεί να αναλυθεί στον έντονο καταναλωτισμό υλικών και ενέργειας. Η κυκλική οικονομία κατά βάση εστιάζει στην ελαχιστοποίηση των πόρων που εξάγονται από τα περιβαλλοντικά συστήματα και παράλληλα διατηρεί τα υλικά εντός οικονομίας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και χρήση. Παράλληλα, ως μοντέλο μεταμορφώνει άμεσα τον κεντρικό ανθρώπινο άξονα που ευθύνεται για τα όποια περιβαλλοντικά ζητήματα, την οικονομία.
Μια κατεύθυνση ακόμη που έχει εμφανιστεί έντονα στο Ευρωπαϊκό προσκήνιο της εθνικής πολιτικής, είναι η οριζόντια αξιοποίηση της καινοτομίας και των διαφόρων μοντέλων της για την υλοποίηση των στόχων της εκάστοτε περιβαλλοντικής πολιτικής. Φυσικά, αυτό προϋποθέτει μια αρχική κατεύθυνση από την έρευνα, με την καινοτομία να είναι ένα μέσο μεταφοράς των ερευνητικών ευρημάτων στην αγορά, βιομηχανία και κοινωνία, ώστε να επωφεληθεί η κάθε χώρα από αυτά. Τα προϊόντα αυτά συνήθως είναι τεχνολογικά, απαιτώντας επενδύσεις και οικονομικούς πόρους, όπως και η κάθε μεταβολή σε επίπεδο χώρας ή και οργανισμού άλλωστε. Σε αυτό το πλαίσιο, αναδεικνύεται ένας ακόμη πολύ βασικός παράγοντας που πρέπει να συμπεριληφθεί στην χάραξη πολιτικής, η χρηματοδότηση. Κάθε επιθυμητή μεταβολή σε μάκρο, μέσο και μίκρο επίπεδο, θα χρειαστεί οικονομικούς πόρους για την υλοποίησή της που πρέπει να διασφαλιστούν, ή έστω να αποτελέσουν κίνητρο. Ωστόσο, δεν αρκεί να κατευθυνθούν απλώς χρήματα προς την ζητούμενη κατεύθυνση, αλλά παράλληλα να ανακατευθυνθούν χρήματα μακριά από δραστηριότητες που παρεμποδίσουν την μετάβαση σε μία πράσινη οικονομία. Για παράδειγμα, μια εθνική περιβαλλοντική στρατηγική, θα πρέπει να μεριμνά παράλληλα για την χρηματοδότηση βιώσιμων τεχνολογιών και την απομάκρυνση πόρων από τις μη βιώσιμες.
Συνεχίζοντας, για μια επιτυχή υλοποίηση, η πολιτική πρέπει να βασίζεται σε συγκεκριμένες μεθόδους κυβέρνησης και διακυβέρνησης, που να ανταπεξέρχονται στις σύγχρονες απαιτήσεις. Οι περισσότεροι γνωρίζουν και εστιάζουν σε μοντέλα κυβέρνησης από κάτω προς τα επάνω (bottom-top) και από πάνω προς τα κάτω (top-bottom). Ωστόσο, η έρευνα έχει αναδείξει ένα νέο μοντέλο κυβέρνησης, το πολυκεντρικό μοντέλο. Το μοντέλο αυτό αναγνωρίζει ότι ζητήματα όπως τα περιβαλλοντικά, είναι πολυσύνθετα και υπάρχει εμπλοκή πολλών διαφορετικών φορέων των οποίων η συμμετοχή είναι κρίσιμη για την επίτευξη των όποιων εθνικών στόχων. Ανταποκρινόμενο σε αυτή τη θεώρηση, το πολυκεντρικό μοντέλο κυβέρνησης δημιουργεί και βασίζεται σε πολλά διαφορετικά κέντρα εξουσίας και διακυβέρνησης, τα οποία διασυνδέονται με συγκεκριμένους μηχανισμούς.
Το παραπάνω μοντέλο είναι ενδεικτικό των πολλών που έχουν προσδιοριστεί μέσα από την έρευνα για την μεταβολή συστημάτων (System change research). Ωστόσο, διαβάζοντας κανείς σχετικά δημοσιεύματα, θα δει ότι η επιτυχής συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων κρίνεται κοινώς απαραίτητη και γίνεται πια λόγος για μια συστημική προσέγγιση, χαρτογραφώντας τους εμπλεκόμενους φορείς, τον ρόλο και την προσφερόμενη αξία τους, στο πλαίσιο της όποιας μεταβολής του συστήματος (π.χ. χώρας).
Ολοκληρώνοντας, δεδομένου ότι οποιοδήποτε μέτρο προέλθει από την χάραξη πολιτικής θα χρειαστεί να εφαρμοστεί από την κοινωνία, είναι απαραίτητο να λαμβάνονται υπόψιν κοινωνικοπολιτικοί παράγοντες. Η συμπερίληψη της κοινωνικής διάστασης προϋποθέτει την ανάλυση της συμπεριφοράς και των ιδεών του κοινού που θα χρειαστεί να αποδεχθεί την εκάστοτε πολιτική. Για τον λόγο αυτό, η συμμετοχή των πολιτών και των κοινωνικών οργανώσεων είναι σημαντική για τον επιτυχή προσδιορισμό των κοινωνικών «όρων» που θα επιτρέψουν την αποδοχή της πολιτικής και της αποδοτικής της υλοποίησης.
Eνημερωτικό Σημείωμα: Το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για το Κλίμα αποτελεί μία πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Συντονιστής του Συμφώνου στην Ελλάδα είναι ο οργανισμός ΙΝΖΕΒ. Για όποια πληροφορία σχετικά με το Σύμφωνο ή για κλιματικές δράσεις που θα σας ενδιέφερε να διοργανώσετε, μπορείτε να επικοινωνείτε με την Ομάδα Συντονισμού στο inzeb@inzeb.org ή στο τηλέφωνο 210 6394608.